Του Νίκου Γ. Σερντεδάκι
Μέλους της Εναλλακτικής Κίνησης Πολιτών
Μέλους της Εναλλακτικής Κίνησης Πολιτών
Την Παρασκευή 18 Απριλίου 2008, με πρωτοβουλία του Νομάρχη, οι αιρετοί των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης του Νομού αποφάσισαν να προχωρήσουν στο θεσμικό κλείσιμο των υπηρεσιών τους, διαμαρτυρόμενοι για τον τρόπο που «αντιμετωπίζει» το Γενικό Χωροταξικό Σχέδιο την περιοχή του Ρεθύμνου. Η πρωτοβουλία αυτή και η διαμαρτυρία των πολιτικών μας εκπροσώπων σχολιάστηκε με ποικίλους τρόπους από την κοινή γνώμη, η οποία, αν κρίνουμε από τη λαϊκή συμμετοχή στη διαμαρτυρία, μάλλον φάνηκε ότι παραμένει ασυγκίνητη στα αιτήματα που ανέλαβε να διατυπώσει και να προτάξει ο κύριος Νομάρχης.
Γιατί άραγε μια κινητοποίηση για το «καλό του τόπου» δεν συγκίνησε τους πολίτες και γιατί οι εκλεγμένοι με την ψήφο μας αντί να εκφωνούν λόγους στο οργισμένο πλήθος κατέληξαν να δίδουν μια απλή συνέντευξη στα τοπικά μέσα ενημέρωσης; Μήπως επειδή οι πολίτες είναι εθισμένοι στον καναπέ τους ή μήπως διότι τα αιτήματα που προβλήθηκαν ήσαν δυσανάγνωστα και ασαφή;
Σύμφωνα με το κείμενο που διανεμήθηκε στα τοπικά μέσα ενημέρωσης, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ρεθύμνου διαμαρτύρεται «για την αδικία που γίνεται στο Νομό μας με το Εθνικό Χωροταξικό» και ειδικότερα για «το σταμάτημα του Νότιου Οδικού Άξονα στα όρια του Νομού μας, το Λιμάνι του Νότου που σχεδιάζεται μόνο σα διαμετακομιστικό και τη μη επίλυση του προβλήματος της ζώνης των 800 μέτρων για τους οικισμούς του Νομού». Το τελικό σημείο της ανακοίνωσης επισημαίνει τον κίνδυνο το Ρέθυμνο να «μπει σε αντιαναπτυξιακή τροχιά» ενώ ο κύριος Νομάρχης την ημέρα της κινητοποίησης κατήγγελλε στα τοπικά ΜΜΕ το αθηνοκεντρικό κράτος που συμπεριφέρεται απαξιωτικά προς τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς του τόπου.
Πράγματι, το νέο χωροταξικό πλαίσιο που προτείνει η κυβέρνηση είναι από πολλές πλευρές προβληματικό και ελλειμματικό. Προβληματικό ως προς την αναπτυξιακή του «φιλοσοφία» και ελλειμματικό καθώς έχει εκπονηθεί δίχως τον απαιτούμενο διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες και τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς εταίρους.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Γιάννη Αλαβάνο «δεν έγινε επαρκής διάλογος πριν κατατεθεί στη Βουλή ενώ χωροθετούνται έργα χωρίς να έχουν γίνει οι απαραίτητες περιβαλλοντικές μελέτες». Σοβαρές ενστάσεις επίσης διατυπώνονται για τη συρρίκνωση του χρόνου που απαιτείται για την ένταξη νέων περιοχών στα σχέδια πόλης, τη μη κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης, την ανάδειξη πόλεων - πόλων ανάπτυξης αντί δικτύων πόλεων, τις γενικόλογες και ελάχιστα πειστικές κατευθύνσεις που δίδει ως προς την ενεργειακή πολιτική και κυρίως την προστασία του περιβάλλοντος.
Απέναντι στους προβληματισμούς που διατυπώνει το ΤΕΕ και στις ενστάσεις οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, η νομαρχιακή μας αυτοδιοίκηση δεν έχει να αρθρώσει άλλο λόγο πέρα από το κλισέ του αθηνοκεντρικού κράτους και το μοιρολόγι για το Ρεθυμνάκι που το κακομεταχειρίζονται. Τίποτα άλλο δεν μας ενοχλεί, εμάς τους Ρεθυμνιώτες, παρά μόνο να μην μας ρίξουνε για άλλη μια φορά προς όφελος των πονηρότερων γειτόνων μας, Ηρακλειωτών και Χανιωτών, που απολαμβάνουν τα αγαθά της ανάπτυξης. Κι όμως, οι κακοί Ηρακλειώτες και Χανιώτες ήταν από τους πρώτους που επεσήμαναν την απαράδεκτη λογική των χωροταξικού σχεδιασμού, οι πρώτοι που κατήγγειλαν τις αδυναμίες και τις παραλείψεις του τόσο στα ζητήματα των υποδομών όσο και στα ζητήματα του πολιτισμού, της ενέργειας και της προστασίας του περιβάλλοντος στην Κρήτη και στο Ρέθυμνο ειδικότερα.
Όμως αντί να επικοινωνήσουμε με όσους μοιραζόμαστε αυτόν τον τόπο, για να διαμορφώσουμε μια διακριτή αναπτυξιακή πρόταση και προοπτική, επιλέξαμε την οδό του ριγμένου. Μ’ άλλα λόγια, δεν διαφωνήσαμε με την αναπτυξιακή «λογική» του χωροταξικού σχεδίου, αλλά με το γεγονός ότι δεν μας συμπεριλαμβάνει στο βαθμό που εκτιμούμε ότι μας αναλογεί. Ίσως γι’ αυτό εντέχνως παραμένει αδιευκρίνιστη η θέση του Νομάρχη για το θέμα του Λιμανιού του Νότου. Η ανακοίνωση της Νομαρχίας δεν μας καλεί να αγωνιστούμε για την ακύρωση αυτού του εκτρώματος που θα καταστρέψει το φυσικό περιβάλλον της περιοχής και θα πλήξει ανεπανόρθωτα τους κατοίκους και τις οικονομικές δραστηριότητές τους, αλλά μας καλεί να αντιδράσουμε γιατί «σχεδιάζεται μόνο σα διαμετακομιστικό». Δηλαδή αν σχεδιαστεί και ως επιβατικό-εμπορικό δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση;
Απέναντι στις ενστάσεις για τη διατήρηση της εκτός σχεδίου δόμησης (ελληνική ιδιαιτερότητα στην Ευρώπη) η Νομαρχιακή μας αρχή ζητά από την κυβέρνηση την κατά παρέκκλιση δόμηση στη ζώνη των 800 μέτρων, δίχως να λαμβάνει υπόψη της την ανάγκη για τη ρύθμιση των χρήσεων γης και των οικιστικών θεμάτων από τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια και τα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοιχτών Πόλεων, τα οποία οφείλουν να διαμορφώνονται στη βάση ορθολογικών σχεδιασμών, έχοντας ως γνώμονα την ισόρροπη ανάπτυξη των περιοχών και την περιβαλλοντική προστασία.
Δυστυχώς, η λογική πολλών τοπικών μας αρχόντων είναι γερά αγκιστρωμένη στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, όταν η ανάπτυξη εννοούνταν μόνο στην ποσοτική της διάσταση και με όρους έντασης των έργων υποδομής. Με αφετηρία την ανάγκη για εντατική, ποσοτική, οικονομική ανάπτυξη, σταδιακά διαμορφώθηκε ένα εξαιρετικά ανθεκτικό στο χρόνο ιδεολόγημα που αφενός εξασφάλιζε μια ευρύτερη συναίνεση από τα κυριαρχούμενα κοινωνικά στρώματα, τα οποία ανέμεναν να ωφεληθούν από την υπεσχεμένη οικονομική μεγέθυνση ενώ ουσιαστικά υπηρετούσε τα συμφέροντα πολύ συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, οι οποίες απέκτησαν ισχυρό έρεισμα στα επιμέρους πεδία λήψης πολιτικών αποφάσεων και στα κάθε λογής πολιτικά δίκτυα.
Τα οικονομικά και οικολογικά αδιέξοδα αυτών των αναπτυξιακών πολιτικών είναι ήδη ορατά σε όλο τον πλανήτη. Η υπόσχεση για την εξάλειψη της φτώχειας στον κόσμο, ειδικά μετά την επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αποδείχθηκε απατηλή ενώ οικολογικές επιπτώσεις αυτού του μοντέλου ανάπτυξης αγγίζουν εδώ και τώρα την καθημερινότητά μας. Σήμερα, μάλιστα, γίνεται ολοένα και σαφέστερη η στενή σχέση που υφίσταται ανάμεσα στην ανάπτυξη, την οικονομία και το φυσικό περιβάλλον. Η δραματική συρρίκνωση των υδάτινων πόρων, η μείωση της παραγωγής τροφίμων και η αλματώδης αύξηση των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, η μόλυνση από τη χρήση των φυτοφαρμάκων και η υπερεκμετάλλευση των εδαφών, διαμορφώνουν ένα εφιαλτικό σενάριο για τη φύση, τις κοινωνίες και τους ανθρώπους.
Επανερχόμενοι στα αρχικά μας ερωτήματα, είναι μάλλον προφανές ότι οι κάτοικοι αυτού του τόπου έμειναν μακριά από μια κινητοποίηση που δεν υπόσχονταν τίποτα παραπάνω από διεκδικήσεις μερικού χαρακτήρα, κλάψες για το Ρεθυμνάκι ή αναθέματα στο αθηνοκεντρικό κράτος. Οι πολίτες δεν αναγνώρισαν τις αγωνίες τους ούτε στην τουλάχιστον ατυχή (αν όχι ύποπτη) διατύπωση για το Λιμάνι του Νότου ούτε στο αίτημα για τη ζώνη των 800 μέτρων.
Πολύ περισσότερο, οι πολίτες δεν συγκινήθηκαν και δεν οργίστηκαν με τον προβαλλόμενο ως αντίπαλό μας. Γνωρίζουν ότι το αθηνοκεντρικό κράτος είναι ένα εύχρηστο εφεύρημα στα χείλη όσων δεν τολμούν να σταθούν ανοιχτά απέναντι σε πολιτικές των κομμάτων του δικομματισμού, όσων στην ουσία ταυτίζονται με τις πολιτικές τους, διεκδικώντας μεγαλύτερες εύνοιες από αυτές που τους επιφυλάσσουν τα πολιτικά δίκτυα στα οποία οφείλουν την πρόσκαιρη, δική τους, πολιτική ισχύ.
Η επίκληση του αθηνοκεντρισμού είναι, τέλος, η εφεύρεση ενός άλλοθι για τις δικές τους πράξεις και παραλείψεις. Το αθηνοκεντρικό κράτος είναι αυτό που σας αποτρέπει κύριε Νομάρχη και σεβαστοί Νομαρχιακοί Σύμβουλοι να ελέγξετε αποτελεσματικά όσους συστηματικά μολύνουν το φυσικό περιβάλλον του τόπου; Το αθηνοκεντρικό κράτος σας υποχρεώνει να διεκδικείτε την εκτός σχεδίου δόμηση και μάλιστα κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων νόμων; Το αθηνοκεντρικό κράτος σας έχει επιβάλλει το νόμο της σιωπής για τις κάθε λογής πολεοδομικές παραβάσεις στις οικοδομές και τις καταλήψεις των πρασιών των πολυκατοικιών;
Δυστυχώς, την Παρασκευή που στο Ρέθυμνο κινητοποιούμασταν ενάντια στο αθηνοκεντρικό κράτος, 19 Νομάρχες έκλειναν τις υπηρεσίες τους διαμαρτυρόμενοι για την ελλιπή χρηματοδότηση των Νομαρχιών από την κυβέρνηση της ΝΔ, και για το τρέχον οικονομικό έτος. Στις ανακοινώσεις της ΕΝΑΕ που δημοσιεύθηκαν στις εφημερίδες αναφέρονταν ότι στην κινητοποίηση μετέχουν όλοι οι Νομάρχες που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση, 20 στον αριθμό, μόνο που ο ένας, ο δικός μας, τους ξέφυγε στο τέλος και αντί να διεκδικεί περισσότερους πόρους από την κυβέρνηση άρχισε να διεκδικεί να γίνει … ο Ψωμιάδης της Κρήτης.